Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Θέλω πατέρα να σε κεράσω ένα τσιγάρο..

Θέλω πατέρα να σε κεράσω ένα τσιγάρο, να κάτσουμε στην αυλή και πιούμε έναν καφέ μαζί.

Θέλω πατέρα να συζητήσουμε, με τον τρόπο που συζητούν οι άντρες κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον στα μάτια.

Θέλω να μου πεις τί έχεις καταφέρει, τί μου αφήνεις πίσω για να συνεχίσω εγώ το ταξίδι για να σου πώ με τη σειρά μου τί πρόκειται να αφήσω κι εγώ πίσω στα δικά μου παιδιά.

Να προσπαθήσεις μα μου εξηγήσεις πως διάολο μια χούφτα νιάτα κλείστηκαν πίσω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου…κι όταν η ελευθερία ήπιε το αίμα που της πρέπει, έκανε εκείνο το προσκλητήριο γύρω στο ‘80 κι η....



χούφτα νιάτα μετατράπηκε σε 10.000.000 επαναστάτες.

Θέλω να μου πεις, τον λόγο που οι περισσότεροι από τους επαναστάτες κάναν πιά σημαία τους την Εκάλη, τα Καγιέν και τα Αρμάνι.. κι έχτισαν κι αυτοί με τη σειρά τους μικρές πολυτελείς εξορίες και χρυσά κάγκελα.

Θέλω να ξέρω πόσο περίφανος είσαι που μου αφήνεις κληρονομιά αυτή τη χώρα.. μια ματωμένη κουρελιασμένη γυναίκα που βάφεται σαν πόρνη στις εθνικές επετείους για να συνεχίσει τον υπόλοιπο καιρό να δίνεται αυτοθέλητα και τόσο άρρωστα σε εραστές που της δαγκώνουν τις σάρκες.

Θέλω να κοιτάξεις γύρω σου και να μου πεις αν σου αρέσει αυτή η ασχήμια. Πώς άραγε να μυρίζει το πεύκο και το κυκλάμινο μετά τη βροχή; Πραγματικά δεν θυμάμαι, φοβάμαι πως δεν θα μπορέσω να το περιγράψω καν στα δικά μου παιδιά. Μπορώ να σου πω πώς μυρίζει το τσιμέντο, η λιωμένη άσφαλτος και το καμμένο δάσος. Αυτά μάλιστα, τα γνωρίζω καλά.

Θέλω να μου πεις τον λόγο που μου αφήνεις πίσω σκουριασμένες παιδικές χαρές και μπαζομένες αλάνες για τα δικά μου παιδιά. Να μου πιάσεις το χέρι και να μου πεις πως τελικά όλα είναι μια φάρσα και δεν χρειάζεται να φοβάμαι για αυτά που ταϊζω τα εγγόνια σου κι οτι μπορώ άφοβα να τα πάω για μπάνιο στη θάλασσα που τόσο αγαπώ.

Γιατί μίκρυνες την ημέρα με περισσότερη δουλειά; Γιατί η ανάγκη έγινε αφεντικό κι ο χρόνος φυλακή; Γιατί τώρα πιά πρέπει να τρέχω κι εγώ σαν εσένα για να προλάβω να ξεχρεώσω την πολυπλοκότητα που μου άφησες κληρονομιά;

Ξέρω πως όλα αυτά είναι πικρά..πιό πικρά κι από το τσιγάρο που σε κέρασα..γιατί το βλέπω … το μέλλον μου κι εγώ το βλέπω…πλησιάζει μέσα από τον καπνό που ξεφυσάμε στο κενό. Ναι, ένα κενό.

Το ξέρω πως κάποτε κι εμένα θα μου ζητηθεί να καθίσω στην αυλή για να κάνω το τελευταίο μου τσιγάρο…για να κάνω κι εγώ με τη σειρά μου τον απολογισμό μου στα δικά μου παιδιά.

Τί να τους πω πατέρα; Πως σαν ήμουν ο άνεμος και το φρέσκο κύμα προτίμησα να βολευτώ σε μιά καφετέρια με ένα καλαμάκι στο στόμα; Πως τα βράδυα που έπρεπε να κάνω σχέδια και πλάνα για το μέλλον, τα μέθυσα με φτηνά ποτά και παράφονα τσιφτετέλια;

Να τους αποκαλύψω πως όταν μεγάλωσα, η μεγαλύτερη μάχη που έδωσα ήταν να βρω μια θέση κλητήρα στο δημόσιο για να ξεπουληθώ στο σκλαβοπάζαρο συνείδησης που είχαν στήσει οι “επαναστάτες” με τα Αρμάνι; Πως κατάφεραν να με ψαρώσουν με έναν εφιαλτή που κόστιζε 700€ ;

Θα μπορέσω ποτέ να τους βρω δικαιολογία για το γεγονός οτι φοβήθηκα τον κόσμο εκεί έξω και τα φυλάκισα μέσα σε τέσσερις τοίχους παρέα με τον Bob Σφουγγαράκη και τους αρνήθηκα να έχουν μώλωπες στα πόδια από το παιχνίδι;

Και σκέψου ! ο χρόνος μου μόλις τώρα ξεκινά κι εγώ ήδη νιώθω τρομοκρατημένος….

Τελικά ρε πατέρα ξέρεις κάτι; Περασμένα ξεχασμένα που λένε, πες πως ποτέ δεν καθίσαμε για αυτό το τσιγάρο…πιές την τελευταία γουλιά καφέ για να μπούμε μέσα…άρχισα να τρέμω από το κρύο…άρχισε να παγώνει κι η καρδιά μου.

από αύριο λέω να κόψω το τσιγάρο, ίσως να είναι κι αυτό μια λύση.
Διαβάστε περισσότερα για αυτό το θέμα...

1 σχόλιο: